Εργαζόμαστε για τη διατήρηση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της Πρέσπας. Βασική μας στόχευση αποτελεί η προστασία της πλούσιας βιοποικιλότητας και του τοπίου της, μέσω της δημιουργικής σύμπραξης με τους ανθρώπους που ζουν εδώ.

Με γνώμονα την επιστημονική γνώση και βασιζόμενοι στην πολυετή εμπειρία μας στην προστασία της περιοχής επιδιώκουμε, με όλες μας τις δυνάμεις, να περιορίσουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και του σύγχρονου τρόπου ζωής στο φυσικό περιβάλλον της Πρέσπας. Παράλληλα, σταθερή μας προτεραιότητα παραμένει η εξασφάλιση βιώσιμων διαδικασιών οικοδόμησης ενός μέλλοντος που θα αποδειχθεί ευνοϊκό για τις επόμενες γενιές.

Η δράση μας έχει έντονο διασυνοριακό χαρακτήρα. Για μας, η περιοχή της Πρέσπας αποτελεί έναν ενιαίο τόπο, που τον χαρακτηρίζει φυσικός και πολιτιστικός πλούτος σημαντικής αξίας. Η σημασία αυτού του πλούτου καθιστά τις λίμνες προορισμό και πόλο έλξης για ανθρώπους από κάθε γωνιά της Γης. Ενώνουμε τις δυνάμεις μας με όλους όσους φτάνουν ως εδώ εκφράζοντας έμπρακτα το ενδιαφέρον τους για τη διατήρηση της μοναδικής κληρονομιάς των Πρεσπών. Καλλιεργούμε συνειδητά τη συνεργασία μας με την τοπική κοινότητα, σχηματίζοντας ένα ισχυρό, κοινό μέτωπο, ικανό να αντιμετωπίζει τις αναδυόμενες προκλήσεις μέσω της συνεργασίας και της αλληλοϋποστήριξης. Αρωγοί στις προσπάθειές μας στέκονται οι πολυάριθμοι ακαδημαϊκοί, θεσμικοί και επιστημονικοί μας εταίροι, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και αρκετές ΜΚΟ.

Χλωρίδα & Πανίδα

Από το 2015, οι ροδοπελεκάνοι αριθμούν περίπου 500-700 ζευγάρια, ενώ οι αργυροπελεκάνοι ξεπερνούσαν τα 1.200 ζευγάρια μέχρι που χτυπήθηκαν από μια καταστροφική επιδημία γρίπης των πτηνών το 2022.

Οι πελεκάνοι ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους ιδρύθηκε η Εταιρία Προστασίας Πρεσπών (ΕΠΠ). Το έργο μας ανέστρεψε σταδιακά την ανησυχητική μείωση που είχε καταγραφεί στον πληθυσμό τους στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Η αποτελεσματική διαχείριση των καλαμιώνων και της στάθμης των υδάτων στη Μικρή Πρέσπα, η συστηματική περιφρούρηση της περιοχής και η ευαισθητοποίηση της τοπικής κοινωνίας, συνέβαλαν τα μέγιστα στην αύξηση του αριθμού των πελεκάνων και άλλων υδρόβιων πουλιών, ενώ ωφέλησαν ποικιλοτρόπως την αλιεία, την κτηνοτροφία και τον τουρισμό.

Σήμερα, η μέθοδος εναέριας φωτογράφισης με drone και η χρήση δορυφορικών πομπών μας βοηθούν στη μελέτη και την παρακολούθηση των πληθυσμών των πελεκάνων, τόσο στην Πρέσπα όσο και στη γειτονική λίμνη Χειμαδίτιδα. Ωστόσο, η προστασία των πελεκάνων είναι ένα ζήτημα που ξεπερνά κατά πολύ την περιοχή της Πρέσπας και τα ελληνικά σύνορα. Οι πελεκάνοι ανήκουν στα μεταναστευτικά είδη πτηνών και οι πληθυσμοί της ΝΑ Ευρώπης και της Τουρκίας, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες διατροφής και φωλιάσματός τους, ταξιδεύουν δυτικά αποικίζοντας διαδοχικά διαφορετικούς υγροτόπους της χώρας μας.

Λαμβάνοντας όλες τις παραμέτρους του ζητήματος υπόψιν, η ΕΠΠ συνεργάζεται με πληθώρα εταίρων για την προστασία των πελεκάνων, από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (ΕΟΕ) και τους Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών στην Ελλάδα, μέχρι το Pelecanus Group, ένα παγκόσμιο δίκτυο επιστημόνων και εμπειρογνωμόνων το οποίο συντονίζουμε. Η ΕΠΠ υποστηρίζει επίσης τον συντονιστή της Διεθνούς Ομάδας Ειδικών για τους Πελεκάνους (International Pelican Specialist Group) της IUCN SSC (International Union for Conservation of Nature Species Survival Commission) και της Wetlands International, ενώ μαζί με την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, έχουμε εκπονήσει ένα Παγκόσμιο Σχέδιο Δράσης για τον αργυροπελεκάνο.

Στους υγροτόπους της αναπαράγονται κάθε χρόνο και ροδοπελεκάνοι, σημαντικά είδη ερωδιών (νυχτοκόρακας, σταχτοτσικνιάς, πορφυροτσικνιάς, μικροτσικνιάς, κρυπτοτσικνιάς, κοινός λευκοτσικνιάς, αργυροτσικνιάς), χαλκόκοτες, λαγγόνες και βαλτόπαπιες, καθώς και απειλούμενοι με εξαφάνιση και γενετικά απομονωμένοι πληθυσμοί χηνοπρίστη και σταχτόχηνας. Με πάνω από 40.000 άτομα να αποικούν τις λίμνες το χειμώνα, η περιοχή κατέχει ξεχωριστή θέση ως σημείο διαχείμασης υδρόβιων πουλιών.

Η διατήρηση και η αύξηση αυτών των σημαντικών πληθυσμών ορνιθοπανίδας εξαρτάται κυρίως από την εξασφάλιση επαρκών, κατάλληλων και ασφαλών ενδιαιτημάτων για να φωλιάσουν και να τραφούν. Η έρευνά μας έχει δείξει ότι η διατροφή των υδρόβιων πουλιών της Πρέσπας είναι άμεσα εξαρτώμενη από τις ρηχές, χωρίς βλάστηση περιοχές στην άκρη της λίμνης, γνωστές ως υγρά λιβάδια. Για τον λόγο αυτό, η επέκταση των υγρών λιβαδιών μέσω της διαχείρισης και παρακολούθησης της στάθμης του νερού και των καλαμιώνων είναι ζωτικής σημασίας. Η Εταιρία Προστασίας Πρεσπών  παρακολουθεί τα υδρόβια πουλιά επί σειρά ετών, χρησιμοποιώντας ένα συνδυασμό μεθόδων για να εποπτεύσει, σε συνεργασία με τους εταίρους της στις δύο γειτονικές χώρες, τη διαβίωση και τις τάσεις των πληθυσμών της ορνιθοπανίδας των Πρεσπών.

Σε ένα μέρος όπου η τοπική οικονομία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κτηνοτροφία, τη γεωργία και τη μελισσοκομία, η «σύγκρουση συμφερόντων» μεταξύ ανθρώπινων κοινοτήτων και ζωικού βασιλείου είναι αναπόφευκτη. Αναγνωρίζοντας αυτή τη συνθήκη, η ΕΠΠ δρα, από κοινού με τους εταίρους της, με στόχο την κατανόηση της συμπεριφοράς των μεγάλων θηλαστικών, προτείνοντας παράλληλα εναλλακτικές λύσεις για τον μετριασμό των επιπτώσεων στις ανθρώπινες δραστηριότητες.

Η Εταιρία Προστασίας Πρεσπών παρακολουθεί αυτόν τον μικρό πληθυσμό από τη δεκαετία του 1990 και έχει εργαστεί συστηματικά, λειτουργώντας ως ο κινητήριος μοχλός προκειμένου να γίνει σχετική γενετική έρευνα. Η επιστημονική αυτή εργασία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασίας με το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.), αποκαλύπτοντας ότι οι σταχτόχηνες της Πρέσπας έχουν μοναδικά γενετικά χαρακτηριστικά – γεγονός το οποίο αναδεικνύει ως ακόμη επιτακτικότερη την ανάγκη για προστασία του είδους.

Η ΕΠΠ συνεργάζεται επίσης με το ολλανδικό Ινστιτούτο SOVON για τη μελέτη της διατροφής της σταχτόχηνας στις Πρέσπες. Αναγνωρίζοντας τον ρόλο που παίζει η καλή διατροφή, ιδιαίτερα για την επιβίωση των νεαρών πουλιών, προχωρήσαμε στην σπορά ενοικιαζόμενων αγρών, εξασφαλίζοντας καλλιέργειες δημητριακών υψηλής διατροφικής αξίας για τις χήνες.

Η Εταιρία Προστασίας Πρεσπών παρακολουθεί τα ψάρια των Πρεσπών εδώ πάνω από τρεις δεκαετίες, προκειμένου να κατανοήσει τις μακροπρόθεσμες πληθυσμιακές τους τάσεις και να υποστηρίξει μέτρα προστασίας. Τα αποτελέσματα αυτής της μακροχρόνιας παρατήρησης έχουν αξιοποιηθεί για τη σύσταση στοχευμένων σχεδίων δράσης για τη Μπράνα και την πέστροφα των Πρεσπών, καθώς και για τη λήψη αποφάσεων από την Επιτροπή Διαχείρισης Υγροτόπων. Τέτοιου είδους αποφάσεις αφορούν ζητήματα όπως ο καθορισμός της περιόδου παύσης της αλιείας,  όταν τα ψάρια αναπαράγονται και ωοτοκούν. Η ΕΠΠ συμβάλλει επίσης στην προστασία των ψαριών μέσω μιας σειράς προγραμμάτων και μέτρων διαχείρισης που αποσκοπούν στην αποκατάσταση και τη βελτίωση των ενδιαιτημάτων ρηχών υδάτων, δηλαδή των υγρών λιβαδιών γύρω από τη λίμνη Μικρή Πρέσπα. Οι συγκεκριμένοι οικότοποι είναι δεσπόζουσας σημασίας, αφού εκεί αναπαράγονται οι πληθυσμοί σημαντικών ειδών ψαριών της Πρέσπας.

Τα ζώα είναι μικρόσωμα, με γκρίζο έως καφέ ή σχεδόν μαύρο τρίχωμα και μακρύ, σχετικά στενό ρύγχος με χαρακτηριστικό λευκό δακτύλιο γύρω του. Η μικρόσωμη αγελάδα των Πρεσπών μπορεί να χαρακτηριστεί από ολιγαρκής έως σκληραγωγημένη, καθώς έχει προσαρμοστεί πλήρως στο περιβάλλον της περιοχής, είναι ανθεκτική στις ασθένειες και έχει μειωμένες διατροφικές απαιτήσεις. Παρόλα αυτά, το είδος της θεωρείται απειλούμενο με εξαφάνιση και ο υπάρχων πληθυσμός της είναι εξαιρετικά μικρός.

Η Εταιρία Προστασίας Πρεσπών ξεκίνησε τις προσπάθειες για την ταυτοποίηση και διατήρηση της φυλής το 1992. Από το 2011, με την έναρξη της συνεργασίας της με το ελβετικό ίδρυμα SAVE και με την υποστήριξη του Κέντρου Γενετικής Βελτίωσης Ζώων Νέας Μεσημβρίας, η ΕΠΠ εντατικοποίησε τις δράσεις που έχουν στόχο τη διασφάλιση ενός βιώσιμου πληθυσμού μικρόσωμων αγελάδων στη λεκάνη της Πρέσπας.

Μόνο στο ελληνικό τμήμα της Πρέσπας έχουν καταγραφεί περισσότερα από 1.800 είδη φυτών, με πολλά από αυτά να είναι ενδημικά σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο, καθώς και 45 τύποι οικοτόπων, 7 από τους οποίους είναι τόσο σημαντικοί ώστε να προστατεύονται σε επίπεδο ΕΕ.

Η εξαιρετική αυτή χλωρίδα και βλάστηση έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον έμπειρων βοτανικών από διάφορες χώρες. Η Εταιρία Προστασίας Πρεσπών  συνεργάζεται επί σειρά ετών με τους ειδικούς αυτούς για την καταγραφή και την προστασία φυτικών ειδών και τύπων οικοτόπων μέσω δράσεων προστασίας και διατήρησης. Η χλωρίδα της Πρέσπας μελετήθηκε εκτενώς τη δεκαετία του 1980 από τον βοτανικό Γεώργιο Παυλίδη, ο οποίος άφησε πίσω του μια μεγάλη επιστημονική κληρονομιά και συλλογή φυτικών δειγμάτων.

Οι τύποι οικοτόπων του Εθνικού Πάρκου Πρεσπών  στην Ελλάδα και η κατάστασή τους καταγράφηκαν το 2011, ενώ το 2020 η ΕΠΠ δημοσίευσε την οριστική καταλογογράφηση της χλωρίδας και βλάστησης του ελληνικού Εθνικού Πάρκου. Πρόκειται για το ομώνυμο βιβλίο «Flora and Vegetation of the Prespa National Park, Greece» που αποτελεί το επιστέγασμα της ερευνητικής εργασίας των βοτανολόγων καθηγητών Arne Strid (Νορβηγία), Erwin Bergmeier (Γερμανία) και Γιώργου Φωτιάδη (Ελλάδα). Η ΕΠΠ πρόσφατα ολοκλήρωσε τη δημιουργία μιας ψηφιακής βάσης δεδομένων για τη χλωρίδα του ελληνικού Εθνικού Πάρκου Πρεσπών, η οποία αποτελεί και τη μεγαλύτερη βάση δεδομένων του είδους της για εθνικό πάρκο στη βαλκανική χερσόνησο. Στα πλαίσια του ίδιου έργου, ολοκληρώθηκε και η ψηφιοποίηση όλων των φυτικών δειγμάτων της συλλογής Παυλίδη.

Συνεχίζοντας τις προηγούμενες ερευνητικές προσπάθειες στην περιοχή, στις αρχές του 2000 η Εταιρία Προστασίας Πρεσπών (ΕΠΠ) οργάνωσε, σε συνεργασία με τη γαλλική ‘Groupe Mammalogique Breton’, εθελοντικές ερευνητικές αποστολές για τη νυχτερίδα και στις τρεις χώρες της λεκάνης της Πρέσπας. Ως αποτέλεσμα αυτής της ερευνητικής εργασίας διαμορφώθηκε το Σχέδιο Δράσης για τις νυχτερίδες της Πρέσπας το 2011. Το σχέδιο αυτό καθόρισε μέτρα για τη διατήρηση μιας ευνοϊκής κατάστασης η οποία θα εξασφάλιζε την προστασία των συγκεκριμένων ειδών, αλλά και των ενδιαιτημάτων που υποστηρίζουν την επιβίωσή τους.

Στις ακόμα πιο πρόσφατες δράσεις της ΕΠΠ συγκαταλέγεται η συνεργασία της με τον Δήμο Πρεσπών, για να μελετηθεί η επίδραση της φωτορύπανσης στη συμπεριφορά των νυχτερίδων και να αντικατασταθούν τα συστήματα δημόσιου φωτισμού της περιοχής με νέα, φιλικότερα προς τη βιοποικιλότητα και τους πληθυσμούς των νυχτερίδων.